Η δυναμική των κατασκευών στην Ελλάδα ήταν ανέκαθεν εμφανής. Σε μια χώρα η οποία έχει σημαντική έλλειψη υποδομών σε σχέση με άλλες ανεπτυγμένες χώρες της Δυτικής Ευρώπης έδινε τις τελευταίες δεκαετίες αντικείμενο σημαντικό προκειμένου να μειωθεί αυτό το χάσμα.
Η απότομη διακοπή αυτής της κατασκευαστικής τάσης την προηγούμενη δεκαετία λόγω της οικονομικής κρίσης είχε ως αποτέλεσμα να χαθεί μεγάλο μέρος του ανθρώπινου δυναμικού που απασχολούνταν στον κλάδο αυτό. Αν πάμε τον χρόνο πίσω, δέκα χρόνια πριν η ιδιωτική οικοδομή ήταν πρακτικά μηδενική και το μόνο που είχε διασωθεί, ήταν τα δημόσια έργα και αυτό χάρη στην σημαντική υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Οι κατασκευές πέρασαν τα δικά τους πέτρινα χρόνια και εδώ και δύο περίπου χρόνια βρισκόμαστε σε μια αντίστροφη πορεία η οποία δείχνει να έχει μεγάλη δυναμική και μάλιστα με συνεχώς αυξητικές τάσεις. Σε αυτό το περιβάλλον βοήθησε σημαντικά η αύξηση του αντικειμένου στα δημόσια έργα ή αν θέλετε τα έργα που υλοποιεί με διάφορες μεθόδους το κράτος. Δημόσια, ΣΔΙΤ, παραχωρήσεις κ.α.
Η ιδιωτική οικοδομή που ξεκίνησε δειλά το 2017 με αφορμή την εφόρμηση του airbnb, συνεχίστηκε από το 2020 με ακόμα μεγαλύτερο βηματισμό σε επενδύσεις με κορωνίδα βέβαια την επένδυση του Ελληνικού που έχει εξασφαλίσει τεράστια ποσά για την ανάπτυξη υποδομών και κτιρίων. Αυτή η επένδυση έχει συμπαρασύρει σχεδόν στο σύνολο τους τα Νότια Προάστια της Αθήνας ως το νέο hot σημείο της πρωτεύουσας.
Θετικά στις κατασκευές επέδρασε και η πανδημία καθώς η διαφαινόμενη κρίση προκάλεσε τη δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης και την δρομολόγηση έργων που σε άλλη περίπτωση θα συζητούσαμε για χρόνια. Επίσης οι Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα πολλαπλασιάστηκαν και σήμερα αποτελούν την αιχμή του δόρατος για έργα κυρίως κτιριακά αλλά και “κλασικές” υποδομές όπως δρόμους και φράγματα.
Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι σήμερα να έχουμε το μεγαλύτερο πρόγραμμα έργων, δημόσιων, υβριδικών και ιδιωτικών από την ίδρυση του ελληνικού κράτους και αυτό δεν αποτελεί υπερβολή. Συγκεντρωτικά μιλάμε για ένα τεράστιο πρόγραμμα έργων που ξεπερνά κατά πολύ την αμέσως επόμενη συγκρίσιμη περίοδος που είναι η οκταετία 1996-2004 και την ανάπτυξη που παρουσίασε ο κλάδος τότε κυρίως λόγω των Ολυμπιακών Αγώνων.
Η μια πλευρά του νομίσματος
Αν δούμε πως λειτούργησε αυτή η Άνοιξη στις κατασκευές στην λειτουργία και τις προοπτικές των εταιρειών και δη των μεγάλων που επιχειρούν στη χώρα δεν θα χρειαστεί κόπος για να παρατηρήσουμε πως σχεδόν όλες έχουν μεγεθύνει το ανεκτέλεστο τους.
Οι υπογραφές συμβάσεων για νέα έργα είναι σχεδόν καθημερινές και συνεχώς προστίθενται έργα. Η τάση δε, δείχνει να είναι ανοδική. Στην ουρά για υλοποίηση υπάρχουν ακόμα σειρά από μεγάλα έργα που αναμένεται -σε επίπεδο κρατικών έργων- να δημοπρατηθούν τους επόμενους 12-14 μήνες.
Τι σημαίνει αυτό; στο υψηλότερο επίπεδο των εταιρειών του κλάδου, αυτών με δίπλωμα έβδομης τάξης, το ανεκτέλεστο το 2023 θα πιάσει και ίσως θα ξεπεράσει τα 15 δισ. ευρώ, όταν το 2022 ήταν 9,6 δισ. ευρώ και το 2020 ήταν περίπου 3 δισ. ευρώ.
Η αλυσιδωτή αντίδραση που έχει αυτή η “Άνοιξη” μεταδίδεται σε όσα αντικείμενα συνδέονται με τις κατασκευές. Προμήθειες και υπηρεσίες συνδεόμενες με τις κατασκευές θα δουν σταδιακά επίσης τον κύκλο εργασιών τους να αυξάνεται και -πιθανόν- το ίδιο και τα κέρδη τους.
Αυτό σημαίνει αύξηση της απασχόλησης, δημιουργία νέων συνθηκών για ολόκληρο τον κλάδο και χρόνια ανάπτυξης. Το πως θα αναπτυχθεί η κάθε μια από τις επιχειρήσεις αυτές έχει να κάνει βέβαια με τις επιλογές της και τον τρόπο διαχείρισης του μεγαλύτερου αντικειμένου.
Αυτή η γεωμετρική αύξηση -ή αναβάθμιση αν θέλετε- του κλάδου αυτή φέρνει και την διείσδυση επενδυτών οι οποίοι βλέποντας τις πιθανολογούμενες ευκαιρίες θα θελήσουν να επενδύσουν προσδοκώντας περισσότερα και γρηγορότερα κέρδη. Στις κατασκευές αυτό το βλέπουμε με την είσοδο νέων παικτών εδώ και σχεδόν δύο χρόνια. Ποιος δεν θα ήθελε σήμερα λοιπόν να είναι στην Ελλάδα σε αυτή τη χρονική συγκυρία; Κεφάλαια υπάρχουν, έργα υπάρχουν, δυνατότητες υπάρχουν.
Η υπεραξία του κλάδου λόγω ακριβώς αυτής της άνθησης, φέρνει ευεργετικά αποτελέσματα και στο ίδιο το κράτος. Περισσότεροι φόροι, μείωση της ανεργίας, αύξηση εγχώριων και ξένων επενδύσεων, βελτίωση των επιδόσεων της χώρας σε διάφορους δείκτες κ.α.
Η άλλη όψη του νομίσματος
Σε αυτή την γόνιμη περίοδο για τις κατασκευές θα πρέπει να διακρίνουμε τις ελλείψεις και τους κινδύνους. Το πρόβλημα στην Ελλάδα στα έργα από την είσοδο της στην Ε.Ε. και μετά δεν ήταν σχεδόν ποτέ το οικονομικό. Τα περισσότερα έργα έχουν την συνεισφορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΣΠΑ , CEF, Invest in Europe κ.α.), τη συνδρομή της ΕΤΕπ, τώρα του Ταμείου Ανάκαμψης.
Τα προβλήματα ακόμα και σε περιόδους με χαμηλό ποσοστό έργων υπό κατασκευή ήταν οι συνθήκες, οι πολιτικές, η αντιμετώπιση τους από την ίδια την αγορά. Είδαμε τι συνέβη για παράδειγμα στο πολύπαθο έργο του Μετρό Θεσσαλονίκης που ξεκίνησε το 2006 και έχει περάσει τα πάνδεινα μέχρι σήμερα, την αλλαγή έργων με κάθε αλλαγή κυβέρνησης, την δικομανία των εταιρειών που για παράδειγμα στην περίπτωση του διαγωνισμού της γραμμής 4 του Μετρό παραλίγο να στοιχίσει το ίδιο το έργο.
Αναφορικά με τις ελλείψεις, σήμερα είναι πλέον φανερό ότι υπάρχει έλλειμμα προσωπικού. Αυτό το έλλειμμα το βρίσκουμε σε όλες τις βαθμίδες: επιστημονικό, τεχνικό και εργατικό. Ένα από τα μεγαλύτερα στοιχήματα θα είναι να μπορέσουν να υλοποιηθούν αυτά τα έργα με ικανό προσωπικό για να μην έχουμε φαινόμενα καθυστερήσεων ή ολιγωρίας.
Μπορεί να είναι μια μεγάλη ευκαιρία για το brain gain το οποίο συμβαίνει σε πολλές περιπτώσεις αλλά εδώ βρισκόμαστε σε τέτοια απότομη αύξηση στην ανάγκη προσωπικού που θα χρειαστεί η είσοδος πολλών δεκάδων χιλιάδων εργαζόμενων για να καλυφθούν οι τρέχουσες και οι μελλοντικές ανάγκες.
Επόμενη έλλειψη είναι στη χρηματοδότηση. Η ταυτόχρονη μεγάλη αύξηση αντικειμένου, η αυτοχρηματοδότηση έργων και οι αυξανόμενες ανάγκες των εταιρειών, απαιτεί χρηματοδότηση. Στο φετινό συνέδριο Υποδομών και Μεταφορών ειπώθηκε αυτή η έλλειψη στην επαρκή χρηματοδότηση. Για να τρέξουν τα έργα και ειδικά αυτά των ΣΔΙΤ και των παραχωρήσεων θα πρέπει να υπάρξει ικανή χρηματοδότηση των εταιρειών.
Αν περάσουμε στους κινδύνους θα βρούμε δύο κυρίαρχα ζητήματα. Το πρώτο είναι η υπερθέρμανση του κλάδου και το δεύτερο είναι οι παγκόσμιες συνθήκες. Η υπερθέρμανση του κλάδου αφορά αυτή την κατακόρυφη αύξηση αντικειμένου που δεν έγινε με το πέρασμα του χρόνου αλλά απότομα και λόγω συνθηκών αλλά και το πως αυτό διαχειρίζεται από τον ίδιο τον κλάδο.
Στην Ελλάδα είναι γνωστό πως τα έργα σχεδόν ποτέ δεν τελειώνουν στην ώρα τους. Ίσως δεν είναι καθαρά ελληνικό φαινόμενο αλλά στη χώρα μας είναι υπαρκτό. Σε αυτό το περιβάλλον όμως οι καθυστερήσεις στα έργα είναι lose-lose situation. Λόγω του όγκου του αντικειμένου είναι ξεκάθαρα υπέρ των εταιρειών αλλά και των αναθετουσών αρχών η έγκαιρη αν όχι επίσπευση των χρονοδιαγραμμάτων των έργων. Αυτό θα βοηθήσει στην έγκαιρη ολοκλήρωση των έργων, την απορρόφηση των κονδυλίων και την μεταφορά προσωπικού σε άλλα έργα.
Αναφορικά με τις παγκόσμιες συνθήκες αυτές ξεφεύγουν από τα στενά εθνικά -ελεγχόμενα- όρια. Ζήσαμε την περίοδο 2020-2022 τις “τρελές” αυξήσεις υλικών που δημιούργησαν ασφυκτικές συνθήκες στα δημόσια έργα που έχουν προκαθορισμένο αντίτιμο. Ζήσαμε -και ζούμε- την ενεργειακή κρίση η οποία γεννά και η ίδια συνεχόμενες αυξήσεις κόστους. Ζήσαμε -και ευτυχώς δείχνει να πέρασε- την έλλειψη υλικών που μπλόκαρε την εύρυθμη πρόοδο έργων.
Στο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον πρέπει και το θεσμικό πλαίσιο να μπορεί να είναι ευέλικτο για να μην βρεθεί τελικά να κυνηγάει την ουρά του. Θα πρέπει να υπάρχει η απαραίτητη θεσμική οχύρωση του κλάδου για να τρέχουν τα έργα χωρίς επιπλέον βαρίδια που θα προκαλούν επιπρόσθετα προβλήματα.
Τέλος ένα κίνδυνος που είναι ορατός είναι η εσωστρέφεια. Στα πέτρινα χρόνια του κατασκευαστικού κλάδου είχε ειπωθεί ότι θα πρέπει οι ελληνικές επιχειρήσεις να δουν το παγκοσμιο περιβάλλον επιχειρηματικά και όχι μόνο το εγχώριο. Σήμερα με τις μεγάλες ευκαιρίες εντός της χώρας, δεν θα πρέπει να ξεχαστεί πως αυτή η εξωστρέφεια μπορεί να αποτελέσει ένα εχέγγυο σε μακροπρόθεσμο επίπεδο.
Το σημερινό περιβάλλον στις κατασκευές είναι αναμφίβολα θετικό. Βρισκόμαστε σε μια περίοδο που ο κατασκευαστικός κλάδος ζει πιο καλές μέρες σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία. Οι προοπτικές είναι εξαιρετικές και η εμπειρία που έχει μαζευτεί από το κράτος και την αγορά είναι ιδιαίτερα σημαντική.
Με την κατάλληλη πορεία και την προσαρμοστικότητα που έχει επιδείξει ότι έχει ο κλάδος, τα επόμενα χρόνια μπορούν να τον φέρουν ως μπροστάρη της οικονομίας, της απασχόλησης και των ευκαιριών.
ΜΗΝ ΞΕΧΑΣΕΤΕ
- Ακολουθήστε το ypodomes.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις για τις υποδομές στην Ελλάδα
- Αν είστε επαγγελματίας του κλάδου, ακολουθήστε μας στο LinkedIn
- Εγγραφείτε στο Ypodomes Web TV